Γράφει η Κωνσταντίνα Μαύρου
Με συντριπτική νίκη της Νέας Δημοκρατίας, ισχυρότερο ΠΑΣΟΚ κι ένα ΣΥΡΙΖΑ «χωρίς φόρα» ολοκληρώθηκαν οι εκλογές τις 21 Μαΐου, διαμορφώνοντας μια νέα βάση αναλύσεων για τις δεύτερες κάλπες.
Η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται 20 ποσοστιαίες μονάδες μπροστά από το δεύτερο, ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργώντας προβληματισμούς για την επόμενη μέρα όσον αφορά την πλευρά της αντιπολίτευσης, που – για την ώρα – μοιάζει χαομένη και ανίσχυρη.
Οι δύο βασικοί αντιπολιτευτικοί πυλώνες, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, φαίνεται να ενδιαφέρονται περισσότερο για «τα του οίκου τους», με τους μεν να ανασυγκροτούνται και να τίθενται – έστω και ψιθυριστά – θέματα ηγεσίας και τους δε να θέλουν να πάρουν τη θέση των μεν.
Οι διαδικασίες για τις δεύτερες εκλογές προχωρούν ταχέως, ώστε να διεξαχθούν την τελευταία Κυριακή του Ιουνίου, μια εβδομάδα νωρίτερα, δηλαδή από τις 2 Ιουλίου, που φημολογούταν, με κύριο στόχο όλων να είναι, φυσικά, η αύξηση των ποσοστών τους.
Πίσω από την νίκη «κρύβεται» ο Αλέξης;
Κι ενώ ο νικητής της δεύτερης κάλπης προεξοφλείται από τώρα με το μόνο ζήτημα να αφορά το ποσοστό, οι προβολείς έχουν στραφεί στη δριμεία κριτική, που ασκούν τα λοιπά κόμματα στο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης έκανε λόγο για το «χρυσό χορηγό» του Κυριάκου Μητσοτάκη, Αλέξη Τσίπρα, αποδίδοντάς του τη μέγιστη ευθύνη για την άνοδο της Νέας Δημοκρατίας.
Στο ίδιο μήκος κύματος και τα κόμματα της αριστεράς με προέδρους – στελέχη «δημιουργήματα» του Αλέξη Τσίπρα, «ρίχνουν τα βέλη» τους στον πρώην πρόεδρο τους.
Ο γενικός γραμματέας του Μέρα25, Γιάνης Βαρουφάκης, μίλησε για «ενταφιασμό της απλής αναλογικής», από τον ΣΥΡΙΖΑ και η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου, ανέφερε ότι το άλλοτε κόμμα της, «δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων».
Σταθερά στην κριτική και το ΚΚΕ, με τον Δημήτρη Κουτσούμπα, να τονίζει πως «πρώτα ως κυβέρνηση, και αυτή την τετραετία ως αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε βασικό φορέα συντηρητικοποίησης ανθρώπων, τροφοδοτώντας τελικά την επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας».
Στον αντίποδα, ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε για «μέτωπο κατά του ΣΥΡΙΖΑ από τις προοδευτικές δυνάμεις», αναλαμβάνοντας, ωστόσο την ευθύνη του χαμηλού ποσοστού και βεβαιώνοντας ότι δεν θα εγκαταλείψει τον αγώνα.
ΣΥΡΙΖΑ VS ΠΑΣΟΚ
Τα προεκλογικά σενάρια για πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας κατέρρευσαν μετά και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, με τους επίδοξους συνεργάτες ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, να μετατρέπονται σε ισχυρούς αντιπάλους στο βωμό της θέσης της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας είχαν πετάξει πολλές φορές το «γάντι» της συνεργασίας στα μέλη της «πράσινης» παράταξης, με τα δεύτερα να αφήνουν αμφιλεγόμενες απαντήσεις με έναν, όμως, σαφή όρο, «ούτε Τσίπρας ούτε Μητσοτάκης στη θέση του πρωθυπουργού».
Η εν λόγω στρατηγική, κατά τα δεδομένα, φαίνεται να είχε αντίκρισμα στην κοινωνία, μειώνοντας τη διαφορά μεταξύ τρίτου και δεύτερου κόμματος. Μάλιστα σε έξι εκλογικές περιφέρειες – Δράμα, Κιλκίς, Λακωνία, Λασίθι, Ρέθυμνο, Χίο – «ο ήλιος ανέτειλε» περισσότερο από όσο περίμεναν στην Κουμουνδούρου, κατακτώντας την δεύτερη θέση.
Το ερώτημα είναι τώρα κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να ανακάμψει ή αν αυτή η συνθήκη θα αποτελέσει την ευκαιρία, που περίμενε επί μιας δεκαετίας το ΠΑΣΟΚ, για να επιστρέψει δυναμικά στην διεκδίκηση της εξουσίας.
Προς τις εκλογές της ενισχυμένης αναλογικής
Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για τις δεύτερες εκλογές, οι οποίες και θα διεξαχθούν κατά το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, δίνοντας ένα bonus εδρών – αναλογικά με το ποσοστό, που θα λάθει – στο πρώτο κόμμα.
Μέχρι στιγμής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να «βηματίζει» χωρίς αντίπαλο προς τη νίκη, με την αντιπολίτευση να στοχοποιεί τον Αλέξη Τσίπρα και την αξιωματική αντιπολίτευση να μαζεύει τα κομμάτια της.
Αν τα ποσοστά παραμείνουν τα ίδια και στις δεύτερες κάλπες, θα σχηματιστεί μια ισχυρή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχει ένας εξίσου ισχυρός αντίλογος, που θα ενσωματώνει τις μειοψηφούσες φωνές.
Στην Ελλάδα του 2023 δεν έγιναν όλοι ξαφνικά δεξιοί – κεντροδεξιοί. Οι περισσότεροι οδηγήθηκαν στη λύση της Νέας Δημοκρατίας, επειδή, όπως τονίζουν και εκλεγμένα μέλη της παράταξης, ήταν η μόνη που προσέφερε μια συγκεκριμένη στρατηγική για την επόμενη μέρα κι όχι την ασάφεια και την ανασφάλεια του «βλέποντας τα ποσοστά και κάνοντας» της άλλης πλευράς.
Η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι θέση υψίστης σημασίας για το δημοκρατικό πολίτευμα, αποτελώντας αντίβαρο στην κυβερνητική αυθαιρεσία. Οφείλει να προτείνει και να προσφέρει μια ξεκάθαρη εναλλακτική στους πολίτες.
Άλλωστε, «η αξία του ηττημένου, δίνει δόξα στον νικητή».