Γράφει η Νικολέτα Κανέλλου
Δημοσιογραφία και πολιτική, πολιτική και δημοσιογραφία, μια σχέση με έντονη τριβή, πολλά πάθη και αρκετά όμοια γνωρίσματα. Θα έλεγε κανείς πως πλέον οι δύο αυτοί φορείς αντιπροσώπευσης ακούν στην ίδια σημασία και αντρικίζουν τον ίδιο τους τον εαυτό κάθε φορά που συναντιούνται. Όσο αντιφατικό και αν ακούγεται, σύμφωνα με τον «παραδοσιακό» δεοντολογικό κώδικα, οι δύο αυτές έννοιες δεν διασταυρώνουν τις πορείες τους, πόσο μάλλον συμφέροντα. Παρ’ όλα αυτά έχει αποδιχθεί πολλάκις πως η σημασία που αποδίδεται στη δημοσιογραφία διαφοροποιείται ανάλογα με τα καθεστώτα και τις απαιτήσεις του πολιτικού πυλώνα στις εκάστοτε συγκυρίες.

Το φορτίο της δημοσιογραφίας
Η σημασία της ύπαρξής της είναι τόσο ευρέως γνωστή και πολυαναφερώμενη σε κάθε συζήτηση ή κείμενο με παρόμοια θεματική, που είναι σχεδόν περιττό να επισημανθεί πως η πρέπουσα ηθική δεοντολοική δημοσιογραφία σφυρηλατεί τη δημοκρατική βάση ενός κράτους. Ωστόσο, όσο μακροσκελής και αν είναι η θεωρητική και φιλοσοφική έκταση της ηθικής δεοντολογίας της, στην πραγματικότητα, είναι πολύ πιο μικρή. Αυτό συμβαίνει διότι, τα ίδια τα όρια εφαρμογής της μικραίνουν κάθε φορά που έρχονται αντιμέτωπα με κομματικά συμφέροντα και πολιτικές «χάρες». Έτσι, οι ηθικοί κρίκοι που συνδέονται με τους σπόρους και τα θεμέλια της δημοκρατίας σπάνε και θυσιάζονται στο βωμό των εκάστοτε πολιτικών προσφορών.
Στην πράξη, η μορφή της δημοσιογραφίας διαφοροποιείται μέσα στις ιστορικές περιόδους, κάθως η ίδια αποτελεί αντανάκλαση της γενικότερης κατάστασης της εκάστοτε κοινωνίας, και πολιτκής μιας χώρας. Με την πολιτική κατάσταση μιας χώρας να αποτελεί την προϋπόθεση για την ελεύθερη εφαρμογή της, δεν είναι περίεργο που στο τέλος η ένταση και το σμήνος δημοκρατικών και φιλελεύθερων ιδεών που τη συνοδεύουν, θα χαθούν στον πόλεμο των συμφερόντων και των διακονονισμών με την εκάστοτε πολιτκή ηγεσία.
Η σημερινή όψη της δημοσιογραφίας
Ύστερα από τη σκιαγράφηση ενός θεωρητικού και ίσως «πλατωνικού» ιδανικού προτύπου για τη δημοσιογραφία, ας επιστρέψουμε στο σήμερα. Στο σήμερα όπου η απόχρωση του Τύπου είναι «κίτρινη», καθιστώντας το «λευκό», ορόσημο της ελευθερίας και των δημοκρατικών αξιών, ένα παλιό και ξεχασμένο χρώμα για την ελληνική ενημέρωση. Σε περιόδους όπου η ανάγκη για αμερόληπτη ενημέρωση αντυχεί πιο έντονα από ποτέ, ο δημοσιογραφικός πυλώνας της χώρας αποδεικνύεται για άλλη μια φορά, ετοιμόρροπος και σκουριασμένιος, ανύμπορος να φέρεις εις πέρας το έργο του, για ουσιαστική και «άχρωμη» ενημέρωση.
Η πλειονότητα των σημερινών δημοσιογράφων, και δε των τηλεοπτικών, συγκεντρώνται σε μία γρκίζα ζώνη υπερβολικής οικειότητας με τις πολιτικές φυσιογνωμίες της επικαιρότητας. Οι πιο ισχυροί και επώνυμοι δημοσιογράφοι αγκαλιάζουν τις πολιτικές φιγούρες της εποχής, με γνώμονα τα προσωπικά συμφέροντα, και δημιουργούν ένα πέπλο θολής ενημέρωσης. Στην πραγματικότητα, ο απώτερος σκοπός της σημερινής δημοσιογραφίας έγκειται στην εκπροσώπηση των ίδιων των συμφερόντων και της θέσης της.
Διατηρώντας χρόνια σχέση με τους ιδιοκτήτες των Μ.Μ.Ε. και των αντίστοιχων κομμάτων που υποστηρίζουν, έχουν αποδείξει έμπρακτα την ικανότητά τους να αποτελέσουν προωθητικούς ιμάντες της πολιτικής ηγεσίας. Έτσι σκαρφαλώνουν στην βαθμίδα της πολιτικής, όπου και καταλήγουν να αυτοεκπροσωπούνται και να παραποιούν συνολικά το έργο της ενημέρωσης. Ως εκ τούτου, καταλήγουν να αποτελούν βλαπτικούς παράγοντες και για τους δύο πυλώνες του κρατικού μηχανισμού, τόσο για την πολιτική όσο για την δημοσιογραφία.
Αυτός ο φαύλος κύκλος μεταπήδησης δημιοσιογράφων στην πολιτική και αντίστροφα, συναντάται αρκετές φορές στα ελληνικά πολιτικά δρώμενα την τελευταία δεκαετία. Περίτρανα παραδείγματα αποτελούν ο Κωσταντίνος Μπογδάνος και ο Γιάννης Λοβέρδος, δημοσιογράφοι που βρήκαν και οι δύο θέση στα ψηφοδέλτια της Ν.Δ., καθώς και ο Γιώργος Χριστοφορίδης, δημοσιογράφος που ακολουθώντας την διαδρομή του στην εφημερίδα «Χωνί», βρήκε αγνωνιστική θέση στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, κοιτώντας κανείς από άλλη οπτική τον καθρέφτη αυτής της σχέσης θα δει αντίστοιχα προσωπικότητες της πολιτικής ηγεσίας να μεταπηδούν στην ενημερώση. Για παράδειγμα, η Αναστασία Γιαμαλή, δημοσιογράφος και παρουσιάστρια του kontra channel, διετέλεσε υποψήφια με το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ στις βουλευτικές εκλογές το 2015 στη Β’ Αθηνών.
Και κάπου εδώ γεννάται το ερώτημα: Ποιά πρέπει να είναι άραγε η διαχωριστική τομή που δύναται να προστατεύσει τόσο τη δημοσιογρφία, όσο και την πολιτική; Είναι όντως εφικτό να βρεθεί αυτή η διαχωριστική γραμμή στην πραγματική σφαίρα του πολιτικού συστήματος; Γιατί έχει αποδεικτεί πολλές φορές πως οι απαντήσεις σε τέτοιας φύσης ερωτήματα, απαντώνται με αφηρημένες-φιλοσοφικές έννοιες και όχι με κανόνες και θεσμούς, που είναι ικανοί να θέσουν ευδιάκριτα όρια στο χώρο δράσης των δύο αυτών φορέων.
Το θλιβερό όμως είναι πως στην προκειμένη περίπτωση της τωρινής πραγματικότητας που βιώνει η ελληνική κοινωνία, αυτή η μολυσματική σχέση δημοσιογραφίας-πολιτικής, εκλαμβάνεται σαν κανόνα, συνήθεια και όχι σαν κάτι ευτελές, αναξιοπρεπές που επιζητά εξυγείανση.
Ο κύριος αποδέκτης της πληροφόρησης, πλανάται σε μία ομίχλη ειδήσεων, τις οποίες πλέον απαξιεί να διελευκάνει ή έστω να διασταυρώσει. Ο πολίτης έγινε ακροατής, αναγνώστης, θεατής αυτού του σφιχτού εναγκαλισμού της δημοσιογραφίας με την πολιτική, με πάσης φύσεως συμφέροντα. Η ίδια η σχέση του πολίτη με τους δύο βασικούς θεσμούς αντιπροσώπευσης μολύνθηκε εξίσου. Έτσι επήλθε μια βαθιά κρίση αντιπροσώπευσης, που έχει ως απόρροια την ανύψωση ενός τείχους γεμάτο αμφιβολίες και καχυποψία προς κάθε πομπό πληροφόρησης και πολιτικής διαμεσολάβησης.
Βιβλιογραφικές Αναφορές:
- LIFOTEAM(2019). Δημοσιοφράφοι που έγιναν πολιτκοί: μία βλαπτική ιστορία καιροσκοπισμού, δημαγωγίας και ψευδαισθήσεων. ,CULTURE,ΒΙΒΛΙΟ, LIFO . https://www.lifo.gr/culture/vivlio/dimosiografoi-poy-eginan-politikoi-mia-blaptiki-istoria-kairoskopismoy-dimagogias Ανακτήθηκε: 27/03/2023 στις 18:37
- M.Weber., (1987). Η Πολιτική ως επάγγλμα, Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης, Εκδοσείς: ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ