Γράφει η Νάσια Χαρδαλιά
Αναμφίβολα είμαστε η γενιά που απολαμβάνει τις περισσότερες ανέσεις και διαθέτει αμέτρητα προνόμια. Γενιά της τεχνολογίας μάς ονομάζουν. Μια γενιά που αντικατοπτρίζει την ανάπτυξη της τεχνολογίας και επακόλουθα των πρωτοτυπιών, της εξέλιξης, των αναρίθμητων δυνατοτήτων και γνώσεων, που κατορθώνει να γεφυρώσει τα χάσματα, να επικοινωνήσει χωρίς τη δυσκολία των αποστάσεων, που δεν φοβάται να αντιταχθεί και να υπερασπιστεί τα ιδανικά της με πάθος, αποφασιστικότητα και διαθέτοντας κάτι που οι παλαιοί δεν είχαν – δυστυχώς ή ευτυχώς -, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή αλλιώς social media.
Στη σύγχρονη εποχή,τα social media διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στη ζωή μας,αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της.Πρόκειται για το μοναδικό μέσο,που παρέχει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να γκρεμίσει τις αποστάσεις,να γνωρίσει ανθρώπους από άλλους πολιτισμούς με διαφορετική νοοτροπία και αντιλήψεις,ένα μέσο που διευρύνει τους ορίζοντες και απελευθερώνει την σκέψη.
Ταυτόχρονα όμως και το μοναδικό, όπου παραχωρείται στο άτομο μια μορφή εξουσίας, το βήμα όπου δύναται να εκφράσει ελεύθερα τις απόψεις του, να πάρει θέση σε ζητήματα επικαιρότητας, που μάς επηρεάζουν όλους άμεσα ή έμμεσα, όπως οι γυναικοκτονίες, η μόλυνση του πλανήτη και άλλα. Ακόμη και να εκδηλώσει τις πολιτικές του πεποιθήσεις, να προασπίσει ή να αποδοκιμάσει πολιτικές αποφάσεις και να πάει κόντρα στο κατεστημένο και στη φαυλότητα της πολιτικής ηγεσίας. Ωστόσο, τα social media αποτελούν πράγματι μέσο πλουραλισμού και χειραφέτησής μας ή μήπως αυτή η ελευθερία έκφρασης συνιστά μια ψευδαίσθηση που έχει διεισδύσει στο μυαλό μας και που θολώνει την κρίση μας ;
Όπως σε κάθε ζήτημα, έτσι και στο συγκεκριμένο υφίστανται δύο αντικρουόμενες όψεις. Πράγματι, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μάς ανοίγουν νέες προοπτικές, ώστε να εκδηλώσουμε τις απόψεις μας ανοιχτά, να συμβάλλουμε στην διαμόρφωση ενός κοινωνικού διαλόγου με ανταλλαγή σκέψεων και πεποιθήσεων και εν τέλει να εφαρμόσουμε στην πράξη το λεγόμενο ρητό του Βολταίρου: “Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες”. Είναι όμως τόσο “απόλυτη” αυτή η ελευθερία έκφρασης λόγου, όταν βλέπουμε να εντείνεται όλο και περισσότερο το φαινόμενο της λογοκρισίας και της ρητορικής μίσους;
Αρχικά, είναι επιτακτικής σημασίας να διευκρινίσουμε πως ως ρητορική μίσους εννοούμε συνήθως τον λόγο που εμπεριέχει μίσος, που ενθαρρύνει ή υποκινεί βία προς άτομα ή ομάδες με βάση κάποια χαρακτηριστικά τους όπως το φύλο, την καταγωγή, την σεξουαλικότητα. Το φαινόμενο αυτό διακρίνεται έντονα στο διαδίκτυο, το οποίο λειτουργεί στην ουσία ως λαίλαπα απόψεων, που υποκρύπτουν την προσπάθεια να επικρατήσει μια μονοδιάστατη εκδοχή των πραγμάτων και οι άνθρωποι εν τέλει να μην μπορούν να διακρίνουν το ψέμα από την αλήθεια.
Ειδικότερα, το πέπλο της ανωνυμίας τροφοδοτεί ακόμη και τον πιο άβουλο και “δειλό” άνθρωπο με αυτοπεποίθηση και τού επιτρέπει χωρίς όρια και αποβεβλημένων των οποιονδήποτε ηθικών αναστολών να εκφράσει τις θέσεις του, προβαίνοντας σε κοινωνική κατακραυγή, διαμορφώνοντας ένα κλίμα μισαλλοδοξίας, προσβάλλοντας τους συνανθρώπους του, αξιοποιώντας ακόμη και υβριστικές και επιθετικές εκφράσεις, που δεν συνάδουν με ένα ευγενές και ανθρώπινο πεδίο επαφής και διαλόγου, όπως αυτό που υπόσχεται το διαδίκτυο.
Επιπροσθέτως, δεν λείπουν από τα social media απαξιωτικά σχόλια που κατακρίνουν την εξωτερική εμφάνιση ορισμένων γυναικών,δηλαδή το λεγόμενο bodyshaming και που προβάλλουν και επιβάλλουν συγκεκριμένα,’λανθασμένα’ πρότυπα ομορφιάς,διαιωνίζοντας προκαταλήψεις που απέχουν από τη φαινομικά προοδευτική και εξελιγμένη κοινωνία του 21ου αιώνα.”Γιατί ντύθηκε τόσο προκλητικά;”, “Μα καλά δεν καταλαβαίνει πως πρέπει να χάσει κιλά”, “ Ποπο πετσί και κόκαλλο είσαι,φάε κάτι”.
Μερικά από αυτά τα σχόλια ακούγονται και γράφονται στα social media,από τους λεγόμενους “καλοθελητές”,οι οποίοι θεωρούν πως βοηθούν και πράττουν κοινωνικό έργο,ενώ στην πραγματικότητα αναπαραγάγουν στερεότυπα που μάς έχουν γαλουχηθεί από την παιδική ηλικία και που υποκρύπτουν συμπλέγματα κατωτερότητας και έλλειψης αυτοεκτίμησης και σεβασμού,που φέρουν αυτά τα άτομα προς τους εαυτούς τους.
Οι συνέπειες τέτοιων σχολίων είναι καταστροφικές, καθώς έρευνες αποδεικνύουν πως ποσοστό άνω του 50% έχει βιώσει κατά την παιδική-εφηβική ηλικία των 10-19 ετών κοινωνικό στιγματισμό ως προς το σωματικό βάρος του, γεγονός που έχει οδηγήσει σε διατροφικές διαταραχές, όπως νευρική ανορεξία, βουλιμία, καθώς επίσης και σημαντική επίδραση στην ψυχική υγεία με την πρόκληση ιδεοψυχαναγκαστικών διαταραχών που οδηγούν σε “εμμονές” του ατόμου ως προς την εικόνα του.
Πόσο λοιπόν “ελεύθεροι” είμαστε οι άνθρωποι στα social media όταν επικρατεί αυτή η φρικαλεότητα, ο στιγματισμός και η απουσία κάθε ανθρώπινης αξίας και υπόστασης, η οποία θυσιάζεται στο βωμό του “φαίνεσθαι”, όπου το “είναι” φαντάζει πλέον ανούσιο και ανύπαρκτο; Για σκεφτείτε πως θα ήταν αλήθεια ο κόσμος αν όταν κοιταζόμασταν στον καθρέφτη, αντί να βλέπουμε μια εικόνα, μπορούσαμε να αντικρίσουμε τον χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου, έτσι όπως είναι, με τις ικανότητές του, τα συναισθήματά του, αλλά και τα “όμορφα” ψεγάδια του; Μήπως τότε ο κόσμος θα ήταν καλύτερος, πιο αληθινός;
Ας αντικρίσουμε όμως και μια άλλη οπτική του πράγματος,παρόμοια με την προαναφερθείσα.Συγκεριμένα, τα social media κατορθώνουν να διακρίνουν τη ζωή μας σε δύο παράλληλους κόσμους.Ο ένας από αυτούς είναι ο ουτοπικός και ιδανικός κόσμος που επιθυμούμε να προβάλλουμε στα μέσα,ένας κόσμος που επιλέγουμε εμείς πώς θα τον παρουσιάσουμε,πώς θα τον διαμορφώσουμε.
Ένας κόσμος μέσα από τον οποίο αποβλέπουμε να εξιδανικεύσουμε τους εαυτούς μας, να γίνουμε θελκτικοί και αρεστοί, με απλώς ένα πάτημα ενός κουμπιού. Ο δεύτερος είναι ο σκληρός κόσμος της πραγματικότητας, ο κόσμος των υποχρεώσεων, των ταχύτατων και εξαντλητικών συνθηκών ζωής. Ο κόσμος που θεωρούμε πως απορροφά τον ελεύθερο χρόνο μας, μάς στερεί τις ελευθερίες μας, μάς αλλοιώνει τον ψυχικό μας κόσμο. Ένας κόσμος στον οποίο για να επιβιώσουμε πρέπει να απαρνηθούμε κομμάτια του εαυτού μας και να τυλιχθούμε με το πέπλο της σοβαροφάνειας. Αλήθεια, όμως ποιον κόσμο θεωρείται εσείς χειρότερο; Αυτόν που εμείς οι ίδιοι επιλέγουμε να επιδεικνύουμε ή τον πραγματικό με τις δυσκολίες του αλλά και τα αληθινά κομμάτια της καθημερινότητας μας;
Τα social media αποτελούν για τον σύγχρονο άνθρωπο ένα καταφύγιο,μια διέξοδο από την σκληρότητα,την “υποκρισία” της πραγματικής ζωής,που τον αναγκάζει να φορέσει τη μάσκα του “σοβαρού”,”εργατικού”,του “επαγγελματία”,εγκαταλείποντας τις ανάγκες,τις επιθυμίες,τα ιδανικά του,προκειμένου να ενσωματωθεί σ’ένα απαιτητικό και ανταγωνιστικό περιβάλλον,όπου ο καλύτερος θα επικρατήσει.Μέσα σ’αυτό το χάος και την ηθική εξαχρείωση στερείται ένα έμφυτο στοιχείο που τον διέπει,αυτό της κοινωνικότητας.
Κι εδώ τη λύση παρέχουν τα social media,που τού επιτρέπουν να δημιουργήσει ένα ηλεκτρονικό προφίλ, να μοιραστεί τις εμπειρίες του και να επικοινωνήσει με ανθρώπους, δημιουργώντας “εικονικούς” φίλους. Όλοι έχουν ανάγκη για αλληλεπίδραση και για επιβεβαίωση. Ποιο είναι όμως το κόστος αυτής και πόσες θυσίες πρέπει να κάνει ο άνθρωπος για να την αποκτήσει;
Έτσι ξεκινούν όλα. Όταν βλέπεις τις αμέτρητες δυνατότητες που ένα μαύρο κουτί όπως αυτό της οθόνης απλόχερα σου προσφέρει, ως ανθρώπινο ον παρασύρεσαι, παραδίνεσαι και επιλέγεις να το ανοίξεις. Αλλά μήπως όπως το κουτί της Πανδώρας, έτσι κι αυτό που σου εξάπτει την περιέργεια, αν επιλέξεις να το ανοίξεις είναι έτοιμο να σου επιφέρει ολέθριες συμφορές;
Η ζωή σου αρχίζει να εξαρτάται από ένα ηλεκτρονικό μήνυμα,από μια απάντηση όπου ένα emoji θα καθορίσει την διάθεση σου στην πραγματική ζωή. Ανεβάζεις μια φωτογραφία και στέκεσαι αποβλακωμένος πάνω από μια μαύρη,ψυχρή οθόνη περιμένοντας ένα like,ένα σχόλιο,για να σε κατακλύσουν συναισθήματα χαράς,ευτυχίας.Κι όταν αυτά δεν έρχονται,προσπαθείς ακόμη περισσότερο.Βάζεις περισσότερα φίλτρα,κάνεις περισσότερη επεξεργασία της φωτογραφίας.Μ’ένα απλό κλικ σβήνεις τις “ατέλειες”,θεωρώντας πως πλέον όλα τα προβλήματα σου δια μαγείας έχουν εξαλειφθεί.Βλέπεις ότι αυτό πετυχαίνει.
Αυξάνεις τους ακολούθους σου, τα likes σου και νιώθεις επιτέλους σημαντικός. Γιατί όμως όταν το βράδυ κλείνεις την μαύρη οθόνη και ξαπλώνεις, αυτό το εσωτερικό κενό εξακολουθεί να σε πλακώνει και να σε πνίγει; Γιατί το αίσθημα της αποτυχίας επανεμφανίζεται; Πριν λίγες ώρες όλα είχαν αξία. Ήσουν σημαντικός. Μήπως όμως έτσι πίστευες; Μήπως όλα ήταν ένα παιχνίδι του μυαλού σου, ένα παιχνίδι που δημιούργησε ο κόσμος των μέσων και που διαστρέβλωσε την κρίση σου;
Ποιος κόσμος είναι λοιπόν χειρότερος, αυτός που οι συνθήκες σε υποχρεώνουν να υποκριθείς ή ο ψηφιακός, όπου εσύ διαθέτεις τον έλεγχο και αποφασίζεις πώς θα προβληθείς;
Είναι φανερό, πως ο πραγματικός κόσμος, αυτός της ανθρώπινης επαφής, της συναναστροφής, παρά τις αντιξοότητες, είναι ο αυθεντικός. Αυτός όπου εν τέλει καταλήγουμε να έρθουμε αντιμέτωποι με τους εαυτούς μας και στο τέλος της ημέρας να τούς αποδεχτούμε, έτσι όπως είναι, όσο επίπονο και τρομακτικό κι αν είναι αυτό.
Είναι ο μόνος τρόπος για να καταφέρουμε να αποκτήσει νόημα η ζωή μας,να αισθανθούμε,να αγαπηθούμε και να μας αποδεκτούν και οι υπόλοιποι.
Χωρίς φίλτρα. Χωρίς μάσκες. Έξω από τον φαύλο κύκλο των ψευδαισθήσεων που διαιωνίζουν τα social media,που μάς απομακρύνουν από την πραγματικότητα ,μάς οδηγούν στην απέραντη μοναξιά και στην απόλυτη σιωπή, όπου ακόμη και το “εγώ” καταπνίγεται και αγωνίζεται για να επικρατήσει,για να ανασυρθεί στην επιφάνεια, να “αποκαλυφθεί”. Ας διαλέξουμε λοιπόν ¨εμάς¨. Ας απενεργοποιηθούμε, ας τεθούμε εκτός λειτουργίας και ας επανενεργοποιηθούμε στη ζωή.