Γράφει η Σοφία Νικολοπούλου δίγλωσσο
Πολλές φορές έχει τεθεί ανελλιπώς το ερώτημα πώς μεγαλώνει ένα ανθρώπινο ον μέσα σε ένα δίγλωσσο οικογενειακό περιβάλλον. Πολλά τα αναπάντητα ερωτήματα, όχι μόνο από πλευράς των απλών καθημερινών ανθρώπων αλλά και όσων ασχολούνται με χρόνια διατριβή στην γλωσσολογία και τα παρεμφερή επιστημονικά πεδία της γλώσσας. Σε αυτό το σημείο δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση πως η γλωσσολογία είναι επιστήμη, αφού σύμφωνα με τον Σταγειρίτη Έλληνα φιλόσοφο Αριστοτέλη ,επιστήμη είναι το σύνολο των γνώσεων που βρίσκονται σε ένα συγκεκριμένο και διακριτό τομέα του επιστητού). δίγλωσσο δίγλωσσο
Από την μία πλευρά, η έκθεση ενός ανθρώπινου όντος σε σε δυο διαφορετικά παραγωγικά και συμβολικά συστήματα μπορεί να σηματοδοτήσει πολλές ευνοϊκές συγκυρίες στην ζωή του. Συγκεκριμένα ,ένα άτομο που έρχεται σε επαφή με διπλή γλωσσική συνθήκη στην ζωή του εξ απαλών ονύχων μαθαίνει να αναπτύσσει περισσότερες δεξιότητες και τρόπους στην προσπάθεια του να συνθέσει μια πρόταση. Έχει μάθει τις βασικές γνώσεις στο πως να κατασκευάσει μια συλλαβή, ένα μόρφημα ,μια λέξη και στο τέλος ολόκληρη την πρόταση. δίγλωσσο
Η διαδικασία αυτή, ολοκληρώνεται από την ηλικία 9-10 ετών και μετά από αυτή απλώς προστίθενται νέες λέξεις στο λεξιλογικό φάσμα του προέφηβου. Επιπλέον ,δίνεται η δυνατότητα σε ένα άτομο να έχει πρόσβαση σε μεγαλύτερη ποικιλία από μικρή ηλικία σε διάφορα μέσα πολιτισμού και πνευματικής καλλιέργειάς. Για παράδειγμα ,μπορεί από την σχολική ή ακόμη και προσχολική ηλικία να διαβάσει βιβλίο, να παρακολουθήσει ταινία ή θέατρο σε δύο ξένες γλώσσες και με αυτόν τον τρόπο να εντοπίσει τις διάφορες ή ακόμη και τις ομοιότητες ανάμεσα σε δυο γλώσσες αποκτώντας την ευφράδεια λόγου και ευγλωττία από πολύ μικρή ηλικία.
Αξίζει να σημειωθεί, πως το προαναφερθέν αποτελεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον 21ο αιώνα που η διαθεματική προσέγγιση της γνώσης θεωρείται σχεδόν αναγκαία.
Από την άλλη πλευρά, η έκθεση σε δύο γλώσσες από πολύ μικρή ηλικία ελλοχεύει και κινδύνους. Συγκεκριμένα ,έχουν αναπτυχθεί αμέτρητες θεωρίες που θίγουν τον γλωσσικό άξονα της διγλωσσίας από την βρεφική ηλικία και σύμφωνα με αυτές ,ένα ανθρώπινο ον μπορεί να αναπτύξει νοητικά προβλήματα και η σκέψη του να δομηθεί πιο συγκεχυμένα. Επιπλέον ,τις περισσότερες φορές όπως μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητό ένα άτομο μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολίες στην καθημερινή του ζωή όταν συμβαδίζει και με τις δυο γλώσσες.
Αποδίδει και στις δυο εξίσου καλά, επομένως ,προστίθεται ένα ακόμη εμπόδιο στην καθημερινή του επικοινωνία και πολλές φορές δεν μπορεί να εκφράσει με ακρίβεια αυτά που σκέφτεται. Επιπροσθέτως ,είναι προφανές πως η εκμάθηση μιας γλώσσας είναι κάτι χρονοβόρο, πόσο μάλλον των δυο γλωσσών και είναι λογικό επακόλουθο πως ένα παιδί στην προσχολική και την σχολική ηλικία, προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες της δίγλωσσης οικείας του υποχρεούται να μάθει και τις δύο .Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πως για ένα παιδί είναι επώδυνο κάτι τέτοιο ιδιαίτερα, όταν δεν έχει έφεση στις ξένες γλώσσες.
Επομένως, η διγλωσσία είναι και ευλογία και κατάρα καθώς υπάρχουν πολλές συγκυρίες στην ζωή ενός ατόμου που θεωρούνται πλεονέκτημα, όπως η επαγγελματική του σταδιοδρομία και κατάρα όταν δεν έχει ιδιαίτερη ροπή προς αυτές.