Γράφει ο Στάθης – Ραφαήλ Πασγιανός
Oι διατάξεις για την διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εθνικών εκλογών που περιλαμβάνονται στο Σύνταγμα είναι ίσως από τις πλέον καταστρατηγηθείσες στην ιστορία της Μεταπολίτευσης, διαγκωνιζόμενες για την πρωτιά µε την περίφημη συνταγματική απαγόρευση παρεισαγωγής, σε νομοσχέδια για τις συντάξεις, άσχετων τροπολογιών (άρ. 73 παρ. 2β Σ).
Πλην των πρώτων γενικών εκλογών για την ανάδειξη της συντακτικής Βουλής του 1974, έχουν επισυμβεί κατά την διάρκεια της Μεταπολίτευσης εικοσιδύο εκλογικές αναμετρήσεις. Ούτε µία από αυτές δεν συνέβη λόγω εκπνοής της συνταγματικώς προβλεπόμενης τετραετίας, γεγονός που αποδεικνύει µία παθογένεια του πολιτικού συστήματος, η οποία δεν είναι άλλη από την ροπή προς την πολιτική αστάθεια και την εργαλειοποίηση του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών.
“Εθνικό Θέμα Εξαιρετικής Σημασίας”
Οι εκλογές του Νοεμβρίου 1977 έγιναν έναν χρόνο πριν την εξάντληση της τετραετίας της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή, κατ’ επίκληση μείζονος εθνικού ζητήµατος (όπως ορίζει το άρ. 41 παρ. 2 Σ). Εθνικό ζήτημα επικαλέστηκε παρομοίως η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, το 1996 και το 2000, προκειμένου να διαλύσει την Βουλή έναν χρόνο προ του προβλεπόμενου χρόνου και έξι μήνες αντίστοιχα. Η δε κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή δύο φορές, τα έτη 2007 και 2009, επισπεύδοντας τις εκλογές, κατά επτά µήνες και δύο χρόνια(!) αντίστοιχα. Τέλος, κατ’ επίκληση εθνικού ζητήµατος μείζονος σημασίας διαλύθηκε η Βουλή και τον Ιούνιο 2019, προώρως κατά τρεις µήνες.
Από τις έξι αυτές φορές που έγινε επίκληση μείζονος εθνικού ζητήµατος, οι τέσσερεις ήσαν δικαιολογηµένες: το 1977 επέκειτο η είσοδος της Ελλάδας στην ΕΟΚ και η κυβέρνηση είχε ανάγκη νωπής λαϊκής εντολής. Το 1996, η κρίση των Ιµίων και η µακρά ασθένεια, παραίτηση και εκδημία του Ανδρέα Παπανδρέου είχαν δημιουργήσει ωσαύτως συνθήκες που να καθιστούν τις εκλογές απαραίτητες. Το ίδιο και το 2000, οπότε και η Ελλάδα βρισκόταν υπό ένταξη στην ζώνη του ευρώ.
Τέλος, το 2009, όταν η χώρα βρέθηκε στην µέγγενη σφοδρής οικονομικής κρίσης και υπήρχε ανάγκη λήψης αυστηρών δημοσιονομικών µέτρων. Ωστόσο, οι εκλογές του 2007 έγιναν χάριν καθαρά εκλογικής σκοπιμότητας, µε την τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας να επικαλείται την οικονομική κατάσταση της χώρας ως εθνικό ζήτημα, εν τοις πράγµασι όµως θέλοντας να επανεύρει πολιτική νομιμοποίηση µετά τις καταστροφικές πυρκαγιές εκείνου του θέρους. Έτσι και το 2019, όπου η ηχηρή ήττα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στις ευρωεκλογές και αυτοδιοικητικές εκλογές πυροδότησαν πρόωρη διάλυση της Βουλής, δήθεν “λόγω εθνικού θέματος”.
Η πρώτη, βέβαια, σκοπίμως πρόωρη διάλυση της Βουλής συντελέστηκε από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1985, οπότε και οι εθνικές εκλογές έλαβαν χώρα Ιούνιο αντί για Νοέμβριο, όπως συνταγματικώς θα έπρεπε. Είχε προηγηθεί συνταγματική κρίση µε την περίφημη “ψήφο Αλευρά” κατά την διαδικασία ανάδειξης Προέδρου της Δημοκρατίας, κατόπιν παραίτησης του τότε προέδρου Καραμανλή πριν την τυπική λήξη της θητείας του και την υποκατάστασή του από τον πρόεδρο της Βουλής.
Πρόωρη Διάλυση της Βουλής
Πρόωρη διάλυση της Βουλής υπήρξε και εξαιτίας άλλων περιστάσεων, ιδίως βάσει του άρ. 37 παρ.
3 Σ, το οποίο αναφέρεται στην αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης από την υφιστάμενη σύνθεση
της Βουλής. Τούτο συνέβη το πρώτον στις εκλογές του Νοεμβρίου 1989 µετά την παραίτηση της
κυβέρνησης Τζανετάκη (Ν.Δ.-ΣΥΝ.). Ομοίως τον Ιούνιο 2012 και τον Σεπτέμβριο 2015. Στην
πρώτη περίπτωση λόγω αδυναμίας ήδη εξ υπαρχής σχηματισμού κυβέρνησης, στην δε δεύτερη
κατόπιν παραίτησης της πρώτης κυβέρνησης Τσίπρα (ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-ΑΝ.ΕΛ.) και την ατελέσφορη
προσπάθεια ανάδειξης νέας κυβέρνησης µέσω διερευνητικών εντολών.
Υπό το καθεστώς του Συντάγματος όπως αυτό είχε πριν την τελευταία αναθεώρησή του, η Βουλή διελύετο και εφόσον αδυνατούσε να αναδείξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας µε πλειοψηφία τριών πέμπτων στην τρίτη σχετική της προσπάθεια. Η πρόβλεψη αυτή, που πλέον έχει απαλειφθεί, υπήρξε η αφορμή της προκήρυξης των εκλογών του Απριλίου 1990 και του Ιανουαρίου 2015, οπότε η Βουλή απέτυχε να εκλέξει προέδρους της Δημοκρατίας, στην τρίτη της προς τούτο απόπειρα, τους Κωνσταντίνο Καραµανλή και Σταύρο Δήµα αντίστοιχα.
Τέλος, ιδιάζουσα ως προς τον τρόπο πρόκλησής τους, υπήρξε η περίπτωση των εκλογών του Οκτωβρίου 1993 και εκείνη των εκλογών του Μαΐου 2012. Στην πρώτη περίπτωση, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε απωλέσει την δεδηλωμένη, πράγμα που ωστόσο ουδέποτε διαγνώστηκε τυπικά από το σώμα της Βουλής (βλ. άρ. 38 παρ. 1 συνδ. 84 Σ). Η προσφυγή στις κάλπες επομένως έγινε λόγω παραίτησης της κυβέρνησης και αδυναμίας σχηματισμού νέας κατ’ άρ. 37 παρ. 3 Σ, µολονότι η παραίτηση αυτή δεν υπήρξε αυτόβουλη. Τον δε Μάιο 2012, εντοπίζεται η µόνη φορά που αξιοποιείται το άρ. 41 παρ. 1 Σ κατόπιν της διαδοχικής παραίτησης των κυβερνήσεων Παπανδρέου και Παπαδήµου.
Τέσσερα χρόνια συν-πλην(;) τριάντα μέρες
Ως προς τις υπόλοιπες εκλογικές αναμετρήσεις, εκείνες που έγιναν πράγματι στην λήξη της τετραετίας, επικράτησε ένα ιδιότυπο “έθιµο”, το οποίο δεν βρίσκει συνταγµατικό έρεισµα. Οι εκλογές διεξάγονταν έναν µήνα πριν ολοκληρωθεί η θητεία της Βουλής, ενώ το Σύνταγμα επιτάσσει την διεξαγωγή τους έναν µήνα µετά. Συγκεκριμένα, οι εκλογές το 1981 έγιναν µήνα Οκτώβριο, ενώ θα έπρεπε να γίνουν Δεκέμβριο, το δε 2004 έλαβαν χώρα Μάρτιο αντί για Μάιο.
Το γενόμενο το 1981 και το 2004 οφείλεται συνεπώς σε µία παρερμηνεία του Συντάγματος. Συγκεκριμένα, ο καταστατικός χάρτης της χώρας ορίζει (άρ. 53 παρ. 1 Σ):
Oι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα συνεχή έτη που αρχίζουν από την ηµέρα των γενικών εκλογών.
Mόλις λήξει η βουλευτική περίοδος, µε προεδρικό διάταγµα, που προσυπογράφεται από το Yπουργικό
Συµβούλιο, διατάσσεται η διενέργεια γενικών βουλευτικών εκλογών µέσα σε τριάντα ηµέρες και η
σύγκληση της νέας Bουλής σε τακτική σύνοδο µέσα σε άλλες τριάντα ηµέρες από αυτές.
Έχοντας ως παράδειγμα εκείνο των τελευταίων εκλογών και κατά τους ορισμούς του Συντάγματος, οι βουλευτές της ΙΗ΄ βουλευτικής περιόδου εξελέγησαν για “τέσσερα συνεχή έτη” από την 7η Ιουλίου 2019. Το γεγονός ότι η Βουλή συνεστήθη σε σώμα και εξέλεξε το προεδρείο της την 18η Ιουλίου 2019 είναι εποµένως εδώ αδιάφορο. Η λήξη επομένως της βουλευτικής περιόδου συμπίπτει µε την παρέλευση τεσσάρων συνεχών ετών από την ηµέρα εκείνη, εποµένως την 7η Ιουλίου 2023.
Με βάση το άρ. 53 παρ. 1 Σ, µόλις παρέλθει η ηµεροµηνία αυτή, ή ακόµη και αυθηµερόν η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να εκδόσει, τη πρόταση του υπουργικού συμβουλίου, διάταγμά προκήρυξης εκλογών λόγω λήξης της βουλευτικής περιόδου. Το δε διάταγμά θα πρέπει να περιλαμβάνει την ηµεροµηνία διεξαγωγής των εκλογών και την ηµεροµηνία σύγκλησης της Βουλής σε σώµα, µε τις προθεσμίες για τα οποία να ορίζονται τριακονθήμερες, και θυροκολλείται στην είσοδο της Βουλής την επομένη της έκδοσής του.
Δεδομένου ότι η ηµεροµηνία των εκλογών θα πρέπει να οριστεί εντός 30 ημερών από την
λήξη της θητείας της Βουλής, οι εκλογές θα πρέπει να διεξαχθούν την Κυριακή 6 Αυγούστου ή, το
νωρίτερά, την Κυριακή 30 Ιουλίου.1Αντίστοιχα, η νέα Βουλή οφείλει να συγκροτηθεί σε σώµα το
αργότερο 30 ημέρες από τις εκλογές, ήτοι εν προκειμένω έως τις 6 Σεπτεμβρίου ή τις 30
Αυγούστου 2023.
Η προαναφερθείσα παρανόηση έγκειται στην ερµηνεία της τετραετούς θητείας των βουλευτών. Σε αντίθεση µε τον Πρόεδρο της Δηµοκρατίας λ.χ., η Βουλή δεν είναι συνεχές σώµα, ακριβώς διότι διαλύεται και επανασυγκροτείται τουλάχιστον ανά τετραετία. Αυτό σηµαίνει ότι από την διάλυση της Βουλής (τελευταία φορά, στις 10 Ιουνίου 2019) έως την ανάδειξή της (7 Ιουλίου 2019) και την επιγενόµενη, τυπική συγκρότησή της σε σώµα (18 Ιουλίου 2019), η χώρα δεν έχει Βουλή.2
Μολονότι οι βουλευτές ορκίζονται όταν συγκροτείται σε σώµα η Βουλή και ορίζει το προεδρείο της, έχουν αναδειχθεί την ηµέρα των εκλογών, οπότε και εκκινεί η βουλευτική θητεία. Η τελευταία ολοκληρώνεται µε την έκδοση του προεδρικού διατάγµατος για την διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εκλογών. Δηλαδή, οι βουλευτές που εξελέγησαν στις εκλογές της 20ης Σεπτεµβρίου 2015 θήτευσαν µέχρι τις 10 Ιουνίου 2019, όχι µέχρι τις 7 Ιουλίου ούτε ασφαλώς µέχρι τις 18 του µηνός εκείνου.
Ας δούµε το παράδειγµα της Ι΄ βουλευτικής περιόδου, η οποία ξεκίνησε από την εκλογή βουλευτών στις 9 Απριλίου 2000, οπότε και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κατήγαγε οριακή εκλογική νίκη. Κατά το Σύνταγµα, οι βουλευτές που τότε εξελέγησαν είχαν θητεία που τυπικώς έπρεπε να λήξει στις 9 Απριλίου 2004. Τούτο σηµαίνει ότι οι εκλογές του έτους εκείνου θα έπρεπε να διεξαχθούν έως την Κυριακή, 9 Μαΐου µε την Βουλή να συγκροτείται σε σώµα έως τις 9 Ιουνίου 2004. Ουδόλως όµως συνέβη αυτό: οι εκλογές έλαβαν χώρα στις 7 Μαρτίου 2004, µε την Βουλή να διαλύεται προς τούτο στις 11 Φεβρουαρίου.
Οι βουλευτές που αναδείχθηκαν για να µετάσχουν στην ΙΑ΄ κοινοβουλευτική περίοδο ορκίστηκαν και η Βουλή συγκροτήθηκε σε σώµα στις 18 Μαρτίου. Φαίνεται πως η πρόθεση της κυβέρνησης που διέλυσε την Βουλή τον Φεβρουάριο 2004 ήταν να έχει συγκροτηθεί σε σώµα η νέα Βουλή ακριβώς 4 χρόνια από τότε που εξελέγη η προηγούμενη: τα άκρα όρια των διαδικασιών ήταν άλλωστε η Κυριακή 7 Μαρτίου ως ηµεροµηνία εκλογών και η 11η Απριλίου ως ηµέρα συγκρότησης σε σώµα της Βουλής.
Έτσι, κανείς εκλεγείς στις 9 Απριλίου 2000 δεν θα ήταν βουλευτής το αργότερο στις 11 Απριλίου 2004, τέσσερα ακριβώς χρόνια µετά τις προηγούμενες εκλογές. Ο διακεκοµµένος, όµως, χαρακτήρας της λειτουργίας της Βουλής διαψεύδει και καθιστά σφαλερό το συµπέρασµα αυτό, καθώς οι βουλευτές που εξελέγησαν το 2000 είχαν παύσει να είναι βουλευτές ήδη από τις εκδόσεως του διατάγµατος προκήρυξης εκλογών, δηλαδή στις 11 Φεβρουαρίου 2004, οπότε και διαλύθηκε η Βουλή. Χρημάτισαν έτσι µέλη του κοινοβουλίου δύο µήνες λιγότερο από όσο συνταγματικώς δικαιούντο.
“Διπλές” Εκλογές 2023: Συνδυασμός άρ. 41 και 37 Σ
Οι γενικές, βουλευτικές εκλογές του 2023, θα είναι κατά ταύτα οπωσδήποτε πρόωρες, είτε λάβουν χώρα τον Απρίλιο, όπως φημολογείται, είτε τον Ιούνιο, όπου τοποθετούν ορισµένοι την “λήξη της τετραετίας”. Για να διεξαχθούν οι εκλογές πράγματι όπως το Σύνταγµα ορίζει, θα πρέπει η ηµεροµηνία τους να είναι είτε η 30η Ιουλίου είτε η 6η Αυγούστου, δηλαδή εντός το πολύ τριάντα ημερών µετά το πέρας τεσσάρων ετών από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση. Αυτό θα σήμαινε πως η αρχή της νέας, ΙΘ΄ βουλευτικής περιόδου θα τοποθετείτο εν τοις πράγµασι τις µέρες πριν ή µετά τον Δεκαπενταύγουστο.
Σε κάθε περίπτωση, χρησιμοποιώντας το άρθρο 41 παρ. 2 Σ είναι σφόδρα πιθανόν η κυβέρνηση να προσφύγει στις κάλπες σε νωρίτερο χρόνο, περί το Πάσχα, επικαλούμενη ως λόγο µείζονος εθνικού συμφέροντος την µη σύμπτωση της ελληνικής προεκλογικής περιόδου µε εκείνη της Τουρκίας προς αποφυγή θερµού επεισοδίου. Βασική επιδίωξη, στην περίπτωση αυτή, είναι η χώρα να έχει ορκίσει νέα κυβέρνηση προτού η Τουρκία διεξαγάγει τον δεύτερο γύρο των προεδρικών της εκλογών, στις 2 Ιουλίου, ιδίως δεδομένης της υψηλής πιθανότητας διεξαγωγής δεύτερων ελληνικών κοινοβουλευτικών εκλογών κατ’ άρ. 37 παρ. 3 Σ λόγω αδυναμίας συγκρότησης πλειοψηφίας εδρών σε µία Βουλή εκλεγμένη µε το σύστημα της απλής αναλογικής και ενόψει των υπαρχόντων εκλογικών συσχετισμών.
________________________ τετραετία τετραετία τετραετία εφαρμοσθείσα εφαρμοσθείσα τετραετία
1 Ευάγγελος Βενιζέλος, Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου, 2008. τετραετία τετραετία
2 Αυτό ακριβώς το κενό, επειδή έχει αποτελέσει αντικείμενο έριδας στο παρελθόν, ιδίως το 1936, οπότε και διαλύθηκε η Βουλή χωρίς προκήρυξη εκλογών, συνέτεινε στην συνταγματική πρόβλεψη τριακονθήμερων προθεσμιών μεταξύ διάλυσης, ανάδειξης και συγκρότησης της Βουλής, με τις αντίστοιχες ημερομηνίες να προκαθορίζονται στο προεδρικό διάταγμα διάλυσης της Βουλής / προκήρυξης εκλογών. τετραετία τετραετία τετραετία τετραετία τετραετία τετραετία τετραετία
Οι απόψεις των αρθρογράφων δεν απηχούν την άποψη της συντακτικής ομάδας ούτε του Pnyka Org.
Διαβάστε περισσότερα: τετραετία τετραετία τετρατία
Το Δίκαιο των Ενόπλων Συρράξεων αποτελεί κλάδο του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και συντίθεται από ένα πλέγμα αρχών και κανόνων που οφείλουν να εφαρμόζονται κατά τη διάρκεια μιας ένοπλης σύγκρουσης.
Αστυνομική βία και μπαχαλάκηδες
Ατομική ευθύνη. Ίσως από τις σημαντικότερες αρχές που συγκροτούν και συντηρούν μία οργανωμένη κοινωνία
Σε κατάσταση πανικού βρίσκεται τις τελευταίες ώρες το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, μετά τις κατηγορίες που βαραίνουν την Ευρωβουλευτή του, Εύα Καϊλή
Cancel culture: Aντίδραση του καναπέ ή επανάσταση;
Η αποδοκιμασία που εκφράζει ένα άτομο προς τις απόψεις και τις πράξεις ενός άλλου, δεν αποτελεί νέο φαινόμενο. 2022
Πως μας επηρεάζουν τα social media;
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πλέον, για τους περισσότερους ανθρώπους δεν αποτελούν απλώς ένα ξεχωριστό και αποκομμένο κομμάτι της ζωής τους αλλά ένα γενικότερο μέσο επικοινωνίας με τον έξω κόσμο.
Τρίζουν τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Οι πρώτες ενδείξεις κλυδωνισμού του ευρωπαϊκού οικοδομήματος θα έλεγε κανείς ότι άρχισαν να διαφαίνονται στην παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007-2009. Δεκέμβριος