Γράφει ο Βασίλης Ασημακόπουλος Εγώ
Η θεμελιώδης αρχή της νεωτερικότητας είναι η αυτονομία και η αυτοδιάθεση του υποκειμένου όπου ορίζει την ταυτότητά του μέσω της σχέσης αλλά και της καθυπόταξης της ετερότητας. Για τη νεωτερικότητα ο αυτο-προσδιορισμός συνεπάγεται τον προσδιορισμό και τον έλεγχο του ετέρου.(συνείδηση, άτομα-κοινωνία-πολιτεία). Η σκέψη αυτή δημιουργεί την βάση στην ανάδειξη ενός “κοινωνικού ιδεαλισμού”. Εγώ
Ειδικότερα, ο κοινωνικός ιδεαλισμός πραγματεύεται και αναδεικνύει “έναν κρυμμένο λόγο ” , μια αντικειμενική αλήθεια σχετικά με τους μηχανισμούς, το οικοδόμημα όπου διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις της κοινωνίας στον ιστορικό γραμμικό χωροχρόνο της. Συνάμα υποδεικνύει την προσπάθεια του ατόμου να ορίσει αυτή την κοινωνική δομή,τις σχέσεις και να τις κατευθύνει κατα το δοκούν.
Με σκοπό την εμβάθυνση στο προκείμενο, είναι ορθό να αντιληφθούμε τις βάσεις αυτής της προσπάθειας του ανθρώπου, και κυρίως του τρόπου σκέψης του. Θα ήταν χρήσιμο να διαχωρίσουμε την ανάλυση σε Δύο επίπεδα. Αρχικά σε επίπεδό ψυχανάλυσης – φιλοσοφίας. Ενώ ύστερα να αναδείξουμε τις κοινωνικές- φιλοσοφικές πτυχές και θέσεις της συγκεκριμένης προσπάθειας.
Ψυχανάλυση “Ο Θεός είναι το Εγώ”
Ύστερα της Λουθηριανής μεταρρύθμισης και της δημιουργίας του Προτεσταντικού δόγματος συντελείται και η αρχή της οριστικής αμφισβήτησης στον Λόγο του Θεού και των ιερατείων. Η αλήθεια δεν φανερώνεται διά του Λόγου του Θεού και των εκπροσώπων του στη Γή. Ο Προτεσταντισμός αναδεικνύει το άτομο και την δυνατότητα όπου διαθέτει να ορίζει εκείνο την αντικειμενική και πραγματική αλήθεια. (Π.χ Η γνώση, η εξουσία, η ηθική, το καθήκον ορίζονται από το ίδιο το άτομο και δεν αντλούνται από τον Θεό).
Μεταβάλλεται κατ επέκταση η οντολογικη υπόσταση του Εγω. Ενός Εγω όπου ενώ μέχρι πρότινος Άκουγε τον Λόγο του Θεού, τώρα μπορεί να ορίζει και να ειναι ο Λόγος. Αυτή η “ρομαντική ” αντίληψη του Εαυτού ως Ον υπέρτατο και ταυτισμενο με το Θείον ,δημιουργεί μια ροπή προς τον ιδεαλισμό. Εσχάτως προβάλλεται ο κόσμος με τα πρότυπα όπου το Εγω υποδεικνύει. Ένα Εγώ όπου διαθέτει την δύναμη να κρίνει, αλλά και να κατέχει την απόλυτη και αντικειμενική αλήθεια. Μια αλήθεια όπου, αφού και είναι αντικειμενική, το άτομο θα χρειαστεί να παλέψει, να συγκρουστεί ώστε να τη διατηρήσει. Χωρις να διαθέτει ενδεχομένως την οποιαδήποτε αμφιβολία για αυτό. Ανοίγει ο δρόμος του “ιδεαλισμού “. Ο οποίος βρίσκει στέγη στους Γερμανούς φιλοσόφους του 18-19ου αιώνα.
Η αρχή σημειώνεται με τον Καντ, όπου επιχειρείται η εύρεση ενός ηθικού καθολικού κανόνα ορισμένου από το άτομο. Ένας κανόνας όπου θα ήταν λογικό να ακολουθούν όλοι οι λογικοί άνθρωποι. Ένας κανόνας όπου εσχάτως θα οδηγεί στην ελευθερία. Στην συνέχεια με τον Φίχτε, αναδεικνύεται η αντίληψη και η θέαση του κόσμου ως ριζικά συνδεδεμένη με την συνείδηση όπου αναπτύσσει το Εγώ. Με λίγα λόγια, η συνείδηση και το συνειδητοποιούμενο είναι ένα και το αυτό. Αυτό δηλαδή όπου αντιλαμβάνεται το Εγώ, το έτερο ριζικό του είναι η ίδια η συνείδηση του.
Στο ίδιο επίπεδο κοσμοθεώρησης, ο Σελινγκ καταδεικνύει ότι όλα όσα αντιλαμβάνεται το άτομο στον κόσμο είναι άμεση αναπαραγωγή της συνείδησης του. Εσχάτως καταλήγουμε στον Χέγκελ (τον λεγόμενο Έγελο) όπου συμπερένεται ότι ο Λόγος ( όπου συμβολίζει το Θεϊκό στοιχείο) έχει απόλυτη ανάγκη το Εγώ ώστε να συνειδητοποιηθεί. Δηλαδή, ο Λόγος διαπερνάει το άτομο διαμέσου της διαλεκτικής της θέσης- αντίθεσης και σύνθεσης(aufheben). Καταλήγοντας στην πραγμάτωση του πνεύματος. Κατ’ επέκταση της ελευθερίας.
Ο Χέγκελ εξηγεί ότι ο Θεός, ο Λόγος έχει απόλυτη ανάγκη το άτομο ώστε να αποκτήσει νόημα ο ίδιος. Ωστε να μπορέσει να αυτο-συνειδητοποιηθεί. Η ροπή πρός τον ιδεαλισμό ταυτίζει το άτομο, το Εγω αυτού του ατόμου με το Θεϊκό στοιχείο. Κάνοντας το άτομο από ένα σημείο και ύστερα να θεωρεί ότι διαθέτει την δυνατότητα να δομεί τον κόσμο όπως εκείνο ηθικά, πολιτικά και κοινωνικά αντιλαμβάνεται. Κατι το οποίο ενώ δίνει δύναμη και βούληση στο άτομο, η ανορθολογική διαχείριση αυτής της δυνατότητας, δημιουργεί θεμέλια μιας Ναρκισσιστικής αντίληψης του Εγώ.
Και μιας Μανιχαϊστικής θέασης της κοινωνίας και των ατόμων. Καθώς ο Ναρκισσισμος μεταφέρεται στο συλλογικό και ιδεολογικό επίπεδο.
Κοινωνία. ” Η κοινωνία είναι το Εγώ.”
Έχοντας αναλύσει σε ψυχαναλυτικό επίπεδο το Εγώ όπου το άτομο φέρει, καταλήξαμε στο ότι η ανορθολογική διαχείριση της δύναμης όπου πία διαθέτει, οδηγεί: στον Ναρκισσισμό, και στον Μανιχαϊσμό. Το άτομο θεωρεί πως εκείνο διαθέτει την αλήθεια. Είναι δηλαδή ο μόνος ηθικός, έντιμος, καλοσυνάτος παρατηρητής της κοινωνίας. Και όσοι τάσσονται ενάντια στα όσα το άτομο πρεσβεύει αποτελούν τους “Άλλους”. Αυτούς όπου καταστρέφουν την κοινωνία. Αυτοί όπου θέλουν το κακό από “εμένα “.
Γίνεται υποσυνείδητα μια υποκατάσταση του “αμαρτωλού όπου αιώνια θα φλέγεται στην κόλαση ” στο κοινωνικό επίπεδο. Όπου ταυτίζεται με όσους διαφωνούν με τα δικά μας ιδεολογήματα. Με μια σημαντική διαφορά. Δεν υπάρχει πιά κόλαση. Δεν απονέμει δικαιοσύνη στο υπερπέραν ο Θεός αλλά στην γη το Άτομο. Η νομιμοποίηση της τιμωρίας συντελείται σε ανθρώπινο χρόνο και χώρο στα ιστορικά πλαίσια της κοινωνίας.
Άρα το άτομο, με σκοπό της υπεράσπιση της μοναδικής και αντικειμενικής αλήθειας του, οφείλει να δράσει. Σε αυτά τα πλαίσια σκέψης(ύστερα δηλαδή της Λουθηριανής μεταρρύθμισης), δημιουργούνται και εξελίσσονται οι βασικές κοινωνικές ιδεολογίες της νεωτερικότητας. Ο Φιλελευθερισμός, ο Μαρξισμός, και τέλος ο Φασισμός.
Σε αυτο το σημείο είναι ορθό να επισημανθούν τα κοινά σημεία σκέψης όπου το Εγώ φέρει στις τρεις αυτές κοινωνικές ιδεολογίες. Δηλαδη, και οι τρεις αυτές ιδεολογίες με τον τρόπο τους φέρουν τα ίδια ακριβώς Ναρκισσιστικά και Μανιχαιστικά στοιχεία. Και οι τρεις προβάλουν τον εαυτό τους ως την αλήθεια όπου διέπει(ή θα πρέπει να διέπει)τις σχέσεις των ατόμων και την κοινωνία. Θεωρούν ότι η ανάλυση τους νομοτελειακά αποτυπώνει και εναρμονίζεται με τους φυσικούς νόμους και την φύση του ανθρώπου.
Ενώ η εφαρμογή τους θα οδηγούσε την κοινωνία και τα άτομα σε πρόοδο και ελευθερία. Και στις τρεις ιδεολογίες η αλήθεια κατέχεται από τα υποκείμενα οπου ασπάζονται τα αξιώματα της ιδεολογίας μέσα στην κοινωνία. Ενω όσοι βρίσκονται απέναντι στα υποκείμενα αυτά, θα πρέπει να αντιμετωπισθούν δια της σύγκρουσης.
Ειδικότερα, ο Φιλελευθερισμός θεωρεί πως η ανάδειξη του ατόμου μέσω των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ατομικής βούλησης, της εμπιστοσύνης στα ανθρώπινα συναισθήματα και της διασφάλισης της ατομικής ιδιοκτησίας θα οδηγήσουν σε μια ωφελιμιστική κοινωνία. Μια κοινωνία δομημένη κατά την εικόνα και κατα την ομοίωση του ατόμου. Όπου τα άτομα θα βιώνουν πραγματική ελευθερία και πρόοδο (ατομικό συμφέρον όπου οδηγεί στο δημόσιο-κοινωνικό συμφέρον).
Ο Μαρξισμός θεωρεί οτι μέσω του Υπεροικοδομήματος της κοινωνίας, το άτομο έχει αλλοτριωθεί. Καθετί παράγεται από όσους ελέγχουν τα μέσα παραγωγής(πλούτος, κοινωνικές τάξεις, φιλοσοφία , τέχνη, ηθική κτλπ). Προάγει σχεδόν μεσσιανικά την εργατική τάξη ως την μόνη κοινωνική ομάδα όπου εξασφαλίζοντας τα μέσα παραγωγής και καταργώντας την ατομική ιδιοκτησία θα δημιουργήσει μια Κομμουνιστική προοδευτική κοινωνία. Η οποία εσχάτως, θα απελευθερώσει το άτομο.
Τέλος ο Φασισμός, βασισμένος σε μια Δαρβινική αντίληψη των εθνών και των φυλών , επιβάλει την εξουσία των δυνατών στους αδύναμους. Καθως , μονάχα οι δυνατοί και άριστοι είναι αυτοί όπου μπορούν να πάρουν και τις αποφάσεις όπου θα οδηγήσουν την κοινωνία και τα άτομα σε πρόοδο και πραγματική ελευθερία. Ολα (από την ηθική μέχρι την οικονομία) θα πρέπει να ορίζονται και να αξιολογούνται απο τα υποκείμενα οπου εμφανίζονται βιολογικά-φυσικά ισχυρότερα.
Οι τρεις κοινωνικές ιδεολογίες στέκονται απόλυτες στο πώς ερμηνεύεται ο κόσμος και στο πώς αυτός “σχεδόν μεταφυσικά ” θα οδηγήσει στην ελευθερία. Συνάμα, δημιουργείται φανατισμός. Με τα άτομα όπου ασπάζονται τις ιδεολογίες να θεωρούν των εαυτό τους μεσσίες και κατόχους του μονοπωλίου της αλήθειας. Ενώ είναι έτοιμα να συνθλίψουν κάθε έναν όπου αντιμάχεται τις ιδεολογίες και τα παράγωγα τους( μια υποκατάσταση αλά πιστός-άπιστος).
Αποτελούν καθολικές ιδεολογίες και ορίζουν την κοινωνία και τις σχέσεις των ατόμων σε απόλυτο και ντετερμινιστικό βαθμό. Δεν χρησιμοποιείται ο όρος Ντετερμινισμός τυχαία. Καθως θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι ανακαλύψεις της τότε Νευτώνιας φυσικής, οι τότε φυσικοί νόμοι, ήταν επόμενο να επηρεάσουν τους στοχαστές της νεωτερικής περιόδου. Όπως κάθε αίτιο παράγει ένα μονάχα αποτέλεσμα. Όπως ο χρόνος και ο χώρος είναι σταθερές έννοιες ( αρένα όπου εξελίσσονται τα γεγονότα κατά των Νεύτωνα). Ετσι και η κοινωνία εξελίσσεται οργανικά, καθορισμένα, νομοτελειακά και εσχατωλογικά( εδώ συνδυάζεται η Νευτώνια φυσική με την χριστιανική πίστη μιας σωτηρίας και λύτρωσης).
Όμως η διακριτική διαφορά είναι πως η Νευτώνια φυσική αποδεικνύεται με πειράματα (μέχρι και η ίδια έχει καταρριφθεί από την κβαντικη φυσική). Σε αντίθεση με τις κοινωνικές ιδεολογίες όπου αποτελούν μια προσπάθεια να κατανοήσουμε την διάδραση της κοινωνία και των ατόμων. Δίχως να μπορέσουμε εκ των υστέρων να αποδείξουμε τα όσα θεωρήσαμε.
Άρα, η απόλυτη αλήθεια είναι αδύνατον να κατέχεται με κάποιον τρόπο. Υπάρχει, αλλά είναι ανθρωπίνος αδύνατο να κατέχεται στην ολότητά της όπως οι ιδεολογίες της νεωτερικής ( αλλά και μετά-νεωτερικής) περιόδου εικάζουν πως κατέχουν. Η αλήθεια μονάχα προσεγγίζεται. Συνεπώς είναι άτοπη η οποιαδήποτε απόλυτη θέση ότι η εκάστοτε ιδεολογία δύναται να οδηγήσει στην ελευθερία και την πρόοδο. Είναι παράλογο για όλους τους λογικούς ανθρώπους να δικαιολογείται ο φανατισμός, ο Ναρκισσισμος και ο Μανιχαϊσμός όπου αυτές φέρουν. Καθώς καμία δεν είναι φυσικά δυνατή να αποδείξει ότι παρέχει την αντικειμενική αλήθεια. Αυτή η παραδοξότητα αποτελεί αλλοτρίωση της συνείδησης του ατόμου.
Για να κατανοήσουμε ορθότερα τον παραλογισμό θα θέσουμε ένα παράδειγμα. Ο νόμος της βαρύτητας εξηγεί πως εξαιτίας των βαρυτικών κυμάτων και της πίεσης της ατμόσφαιρας, κάθε αντικείμενο έλκεται προς το έδαφος με μια ταχύτητα και δύναμη. Αν λοιπόν ένα μήλο κοπεί από ένα δέντρο θα πέσει στο έδαφος. Αυτό συμβαίνει κάθε φορά. Σε κάθε επίπεδο στον χώρο και χρόνο(Νευτώνια φυσική). Αν τώρα μεταφερθούμε στον Μαρξισμό με ακριβώς την ίδια σιγουριά στην σκέψη, αναδεικνύεται η επανάσταση του προλεταριάτου.
Δηλαδή, στο σημείο μηδέν υπεσυσσώρευσης του κεφαλαίου και αφού πάντοτε οι κοινωνικές τάξεις παλεύουν με σκοπό την κατάκτηση της ύλης, εφόσον η εργατική τάξη τελέσει την επανάσταση θα οδηγηθούμε στην θεωρία της ελευθερίας. Ειναι αδύνατον όμως να ταυτίζεται η απόδειξη της φυσικής με την προσπάθεια να ορίσουμε κοινωνικές δομές. Στην πρώτη περίπτωση επικρατεί η φυσική απόδειξη και το πείραμα. Ενω στην δεύτερη περίπτωση επικρατεί μια υποκειμενική αντίληψη της κοινωνίας μέσω μίας μεταφυσικής απόδοσης.
Συμπεράσματα.
Ο Προτεσταντισμός επηρέασε το πως το άτομο ορίζει την πραγματικότητα. Το πως και από που αντλείται η γνώση. Η νεωτερική εποχή έδωσε δύναμη στο άτομο μέσω του ορθολογισμού και του συναισθήματος να καθορίσει εκείνο το πως εξελίσσεται ο κόσμος. Να αξιολογήσει τις ίδιες τις αξίες. Συνάμα δόθηκε η δυνατότητα στο άτομο να καθυποτάξει το έτερο ριζικό του. Να δομήσει εκείνο την κοινωνία και τις σχέσεις των ανθρώπων. Αποσκοπόντας στην ελευθερία και την πρόοδο.
Ο προβληματισμός άπτεται στην διαχείριση αυτής της δυνατότητας και πραγματικότητας. Η νεωτερική εποχή ενώ κατέβασε την αλήθεια και τον Λόγο από τον Θεό στο άτομο, δημιούργησε ένα Εγώ το οποίο ταυτίζεται με το Θεϊκό στοιχείο όπου και εξαρχής σκότωσε. Ενα Φαντασιακό Εγώ. Ένα οχηρωμένο Εγώ όπου φέρνει τα πάντα υπό την κρίση του.
Δίχως να είναι έτοιμο να αποδεχθεί τις αδυναμίες του. Προσπαθώντας να καλύψει τη γύμνια του, προβάλλει Ναρκισσιστικά (σε επίπεδό νεύρωσης) ισχύ σε οποιονδήποτε το αμφισβητεί. Καταργείται η πειθώ και η αντικατάσταση της είναι η επιβολή της θέλησης του ατόμου. Δημιουργείται μια Μανιχαϊστική θέαση των κοινωνικών σχέσεων. Αφου η αλήθεια κατέχεται από τα άτομα. Τα οποία με σκοπό την διαφύλαξη της είναι έτοιμα να συγκρουστούν.
Το ζητούμενο έγκειται στο πως ο άνθρωπος θα μπορέσει να ισορροπήσει τα όσα δύναται να γνωρίζει και τα όσα όχι. Να κατανοήσει ότι αυτή η δυνατότητα φέρει τεράστιες ευθύνες. Να αντιληφθεί ότι είναι αδύνατον να ορίσει κάποιος την κοινωνία με φυσικούς νόμους. Απόλυτα. Ότι ο σκοπός της αναζήτησης για γνώση δεν είναι το “Εγώ ” αλλά το “Εμείς”.
Πρωτίστως κάποιος για να κατανοήσει τον κόσμο, την κοινωνία, την ιστορία θα πρέπει να κατέχει ατομική συνείδηση (εσωτερική φιλοσοφία). Να γνωρίζει σε βάθος τον ίδιο τού τον εαυτό. Δεν υπάρχει συνταγή για το “πως να γνωρίζω”. Δεν μπορεί κάτι τέτοιο να αποδειχθεί. Βρίσκεται στην διακριτική αντίληψη του ατόμου να ορίσει το πως θα “κοιτάξει” μέσα του. Αρκεί να κινείται αγνά προς αυτήν την κατεύθυνση. Με αρετή και πραγματισμό.
Για να έρθει η αλλαγή στο “εξώ” , πρέπει πρώτα να επέλθει η αλλαγή στο “μέσα”.