Γράφει ο Κούρος Λέανδρος – Ιωάννης, Τριτοετής φοιτητής του τμήματος ΠΕΔΔ του ΕΚΠΑ
Τις τελευταίες μέρες η κατάσταση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας κλιμακωνόταν σταθερά και από τα ξημερώματα έχει επισήμως κηρυχτεί πόλεμος.
Παράλληλα οι Δυτικές Δημοκρατίες φαίνονται να αδυνατούν να «θέσουν όρια» στην Ρωσία, καθώς οι όποιες οικονομικές κυρώσεις (χρηματοπιστωτικού περιεχομένου στα πρότυπα υπαρχόντων κυρώσεων των ΗΠΑ) έχουν ανακοινωθεί μέχρι στιγμής δείχνουν να την επηρεάζουν ελάχιστα. Με τα σενάρια περί εισβολής να επιβεβαιώνονται και τις ένοπλες επιχειρήσεις να εξαπλώνονται δεν είναι παρατραβηγμένο να αρχίσει κανείς να εξετάζει τις ενδεχόμενες συνέπειες μιας Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τόσο για το διεθνές δίκαιο, τις διεθνείς σχέσεις και την παγκόσμια αγορά όσο και για την θέση της Ελλάδας.
Η κρίση όπως πολλοί αναλυτές έχουν ονομάσει την κατάσταση που επικρατεί στα Ουκρανο-Ρωσικά σύνορα είναι βέβαιο πως θα έχει εκτενείς και σημαντικές προεκτάσεις εκ των οποίων μάλλον ξεχωρίζουν αυτές στην ενεργειακή κρίση αλλά και στο διεθνές δίκαιο. Διότι όπως είναι ευρέως γνωστό η εδαφική κυριαρχία και ακεραιότητα ενός κράτους διαφυλάσσονται από μια σειρά Διεθνών συμβάσεων αλλά και από την παρατεταμένη πρακτική υπό την πεποίθηση της σύννομης πρακτικής (opinio iuris sive necessitatis), ήτοι το «εθιμικό δίκαιο».
Οι επιπτώσεις στη διεθνή σφαίρα είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τη στρατηγική που έχει υιοθετήσει η χώρα μας και δεν φαίνεται να έχει σκοπό ή δυνατότητα να αλλάξει. Η στρατηγική αυτή βασίζεται στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, την επίκληση Διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων αλλά και της πολιτικής ισχύος της ούσα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ υπέρ της διατήρησης των κεκτημένων της.
Μια συνεχιζόμενη αδράνεια και τελικώς αποδοχή των πεπραγμένων εκ της Ρωσικής κυβερνήσεως θα σηματοδοτήσει, ειδικά σε χώρες όπως η Τουρκία που καλλιεργούν αντίστοιχες βλέψεις, πως υπάρχει το περιθώριο παράβασης του διεθνούς δικαίου ακόμα και σε τέτοια θεμελιώδη ζητήματα. Κάτι τέτοιο, όπως τονίζει τονίζει σε πρόσφατο άρθρο του ο πρ. Υφυπουργός Εξωτερικών Γ.Βαλινάκης, παραπέμπει σε κανόνες διεθνούς ζούγκλας όπου μάλλον υπερισχύει το δίκαιο του ισχυρού.
Σε μια τέτοια διεθνή κοινότητα όπου επικρατεί το δίκαιο του ισχυρού, το έργο της χώρας μας υπέρ της διαφύλαξης των συνόρων μας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων θα καταστεί αισθητά πιο δύσκολο. Πιο συγκεκριμένα, για την Τουρκία της πάγιας αναθεωρητικής πολιτικής ενδέχεται να ανοίξει ο δρόμος για διεκδίκηση των επεκτατικών της διαθέσεων τόσο στο Αιγαίο όσο και προς την Κυπριακή Δημοκρατία, της οποίας και στο παρελθόν η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει τα κυριαρχικά δικαιώματα.
Ειδικότερα, στην περίπτωση της Ρωσίας διαπιστώνονται παραβάσεις διεθνούς δικαίου(παράβαση άρθρων του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών περί καλής γειτονίας και ειρηνικής επίλυσης διαφορών αλλά και των συμφωνιών του Μινσκ) αντίστοιχες με εκείνες που διαπράττει η Τουρκία με τις παραβιάσεις των ζωνών αποκλειστική χρήσης της Ελλάδος (ενδεικτικά: συνθήκη Λοζάνης, συνθήκη Παρισίων) την επακόλουθη αμφισβήτηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων αλλά και την στάση που διατηρεί αναφορικά με την Κύπρο.
Γίνεται λοιπόν αβίαστα αντιληπτή η άμεση σχέση της ανατροπής της μέχρι τώρα καθεστηκυίας τάξης, δια της επίδειξης και χρήσης στρατιωτικής ισχύος, με τα Ελληνοτουρκικό ζητήματα. Κι αυτό διότι τις σχέσεις και στις δύο περιπτώσεις τις ρυθμίζουν λεπτές ισορροπίες Διεθνών Σχέσεων και διεθνείς συνθήκες, υπέρ της τήρησης των οποίων όπως και τώρα είναι μάλλον απαραίτητη η αποτελεσματική παρέμβαση είτε συλλογικά ενδεχομένως μέσω του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών είτε μονομερώς. Κατά συνέπεια, είναι μάλλον απαραίτητη η προετοιμασία της χώρας προκειμένου να περιοριστούν οι προεκτάσεις των εξελίξεων βόρεια της Μαύρης Θάλασσας στην Ελληνική πραγματικότητα.